Greek Vocabulary
Click on letter: GT-Google Translate; GD-Google Define; H-Collins; L-Longman; M-Macmillan; O-Oxford; © or C-Cambridge
GT
GD
C
H
L
M
O
absent
/ˈæb.sənt/ = ADJECTIVE: απών, ανύπαρκτος, αφηρημένος, ελλείπων;
USER: απών, απουσιάζει, απουσίας, απούσα, απουσιάζουν
GT
GD
C
H
L
M
O
album
/ˈæl.bəm/ = NOUN: άλμπουμ, λεύκωμα;
USER: άλμπουμ, λεύκωμα, άλμπουμ με, album, δίσκο
GT
GD
C
H
L
M
O
all
/ɔːl/ = ADJECTIVE: όλα, όλες, όλοι, όλη, όλο, όλος, πας, απάντες;
NOUN: το όλο;
ADVERB: όλως;
USER: όλα, όλες, όλοι, όλη, όλο, όλο
GT
GD
C
H
L
M
O
always
/ˈɔːl.weɪz/ = ADVERB: πάντοτε, διαρκώς;
USER: πάντοτε, πάντα, πάντα να, είναι πάντα, είναι πάντα
GT
GD
C
H
L
M
O
and
/ænd/ = CONJUNCTION: και;
USER: και, και την, και να, και της, και των, και των
GT
GD
C
H
L
M
O
another
/əˈnʌð.ər/ = ADJECTIVE: άλλος, άλλο ένα, έτερος;
USER: άλλος, άλλο ένα, άλλο, άλλη, ένα άλλο, ένα άλλο
GT
GD
C
H
L
M
O
be
/biː/ = USER: be-, be, είναι, υπάρχω, γίνομαι;
USER: είναι, να, να είναι, ήταν, θα, θα
GT
GD
C
H
L
M
O
before
/bɪˈfɔːr/ = CONJUNCTION: προτού, πριν να, προτιμότερο του να;
ADVERB: μπροστά, ενώπιο;
PREPOSITION: μπροστά;
USER: προτού, πριν να, μπροστά, πριν, πριν από, πριν από
GT
GD
C
H
L
M
O
bring
/brɪŋ/ = VERB: φέρω, φέρνω;
USER: φέρω, φέρει, να, θέτουν, να φέρει
GT
GD
C
H
L
M
O
but
/bʌt/ = CONJUNCTION: αλλά, πλην, μόλις;
PREPOSITION: εκτός;
USER: αλλά, όμως, αλλά και, αλλά η, αλλά η
GT
GD
C
H
L
M
O
by
/baɪ/ = PREPOSITION: με, υπό;
ADVERB: δίπλα, πλησίον;
USER: με, από, κατά, από την, από τον, από τον
GT
GD
C
H
L
M
O
can
/kæn/ = VERB: μπορώ, δύναμαι, κονσερβοποιώ;
NOUN: κουτί, κονσέρβα, μεταλλικό δοχείο, κονσερβοκούτι, μπιτόνι, τενεκές;
USER: μπορώ, μπορεί, να, μπορεί να, μπορούν
GT
GD
C
H
L
M
O
cd
/ˌsiːˈdiː/ = ABBREVIATION: CD, ψηφιακός δίσκος, συμπαγής δίσκος;
USER: CD, γδ
GT
GD
C
H
L
M
O
change
/tʃeɪndʒ/ = NOUN: αλλαγή, μεταβολή, ρέστα, μετασχηματισμός, μετάπτωση, ψιλά, τροπή, παραλλαγή;
VERB: αλλάζω, μεταβάλλω, αλλάσσω, μετασχηματίζω, αλλοιώνω;
USER: αλλαγή, μεταβολή, αλλάξετε, αλλάξει, αλλάξουν
GT
GD
C
H
L
M
O
cloaks
/kləʊk/ = NOUN: μανδύας, κάπα, πέπλο, επανωφόριο;
USER: μανδύες, κάπες, επενδύτες, κάπα, οποία συμπεριλαμβάνονται
GT
GD
C
H
L
M
O
deluxe
/diˈləks/ = ADJECTIVE: λουξ, πολυτελής;
USER: λουξ, πολυτελής, Deluxe, πολυτελή, πολυτελές"
GT
GD
C
H
L
M
O
devour
/dɪˈvaʊər/ = VERB: καταβροχθίζω;
USER: καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, κατασπαράξει
GT
GD
C
H
L
M
O
digital
/ˈdɪdʒ.ɪ.təl/ = ADJECTIVE: ψηφιακό, ψηφιακός;
USER: ψηφιακό, ψηφιακός, ψηφιακή, ψηφιακής, ψηφιακών
GT
GD
C
H
L
M
O
directed
/diˈrekt,dī-/ = VERB: διευθύνω, απευθύνω, κατευθύνω, δείχνω;
USER: κατευθύνεται, σκηνοθεσία, κατευθύνονται, κατευθυνόμενη, απευθύνονται
GT
GD
C
H
L
M
O
disavows
= VERB: αρνούμαι, αποκηρύττω, αποκηρύσσω, απαρνιέμαι;
USER: αποκηρύσσει,
GT
GD
C
H
L
M
O
double
/ˈdʌb.l̩/ = NOUN: διπλό, δυάδα, σωσίας;
ADJECTIVE: διπλός, διπλάσιος;
VERB: διπλασιάζω, διπλώνω;
USER: διπλό, διπλασιαστεί, διπλασιάσει, διπλάσιο, διπλή
GT
GD
C
H
L
M
O
down
/daʊn/ = ADVERB: κάτω, χάμω;
NOUN: χνούδι, πούπουλο;
USER: κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορισμό, καθορίζονται, καθορίζονται
GT
GD
C
H
L
M
O
download
/ˌdaʊnˈləʊd/ = USER: κατεβάστε, κατεβάσετε, λήψη, λήψης, να κατεβάσετε
GT
GD
C
H
L
M
O
drones
/drəʊn/ = NOUN: κηφήνας, βόμβος, ακαμάτης;
USER: drones, κηφήνες, μη επανδρωμένα αεροσκάφη, επανδρωμένα αεροσκάφη, αεροσκάφη χωρίς χειριστή
GT
GD
C
H
L
M
O
dvd
/ˌdiː.viːˈdiː/ = ABBREVIATION: DVD;
USER: DVD, DVD Λεπτομέρειες
GT
GD
C
H
L
M
O
eat
/iːt/ = VERB: φάω, τρώγω;
USER: φάω, τρώνε, φάει, φάτε, τρώτε
GT
GD
C
H
L
M
O
exclusive
/ɪkˈskluː.sɪv/ = ADJECTIVE: αποκλειστικός;
USER: αποκλειστικός, αποκλειστική, αποκλειστικό, αποκλειστικά, αποκλειστικής
GT
GD
C
H
L
M
O
fallen
/ˈfɔː.lən/ = ADJECTIVE: πεσμένος;
USER: πεσμένος, πέσει, μειωθεί, μειώθηκε, μειώθηκαν
GT
GD
C
H
L
M
O
fold
/fəʊld/ = NOUN: πτυχή, δίπλωμα, στάνη, μάνδρα, σούρα;
VERB: διπλώνω, πτύσσω;
USER: πάσο, φορές, διπλώστε, fold, διπλώσει
GT
GD
C
H
L
M
O
for
/fɔːr/ = PREPOSITION: για, επί, υπέρ, περί, διά, χάριν, εις, ένεκα;
CONJUNCTION: διότι;
USER: για, για την, για το, για τη, για τις, για τις
GT
GD
C
H
L
M
O
from
/frɒm/ = PREPOSITION: από, εκ, παρά;
USER: από, από την, από το, από τις, από τη, από τη
GT
GD
C
H
L
M
O
g
/dʒiː/ = NOUN: σολ;
USER: g, ζ, γρ, γραμ.
GT
GD
C
H
L
M
O
game
/ɡeɪm/ = NOUN: παιχνίδι, άθλημα, αγών, κυνήγιο, παιγνίδιο, αγρίμι;
VERB: παίζω;
ADJECTIVE: πρόθυμος;
USER: παιχνίδι, παιχνιδιού, το παιχνίδι, παιχνιδιών, αγώνα
GT
GD
C
H
L
M
O
gatefold
GT
GD
C
H
L
M
O
get
/ɡet/ = VERB: παίρνω, αποκτώ, λαμβάνω, πηγαίνω, κερδίζω, γίνομαι, φθάνω, προμηθεύομαι, επιτυγχάνω, συμμαζεύω;
USER: πάρετε, να, πάρει, να πάρει, να πάρετε
GT
GD
C
H
L
M
O
ghosts
/ɡəʊst/ = NOUN: φάντασμα, πνεύμα, στοιχείο;
USER: φαντάσματα, τα φαντάσματα, φαντασμάτων
GT
GD
C
H
L
M
O
gods
/ɡɒd/ = NOUN: θεός;
USER: θεών, θεοί, θεούς, οι θεοί, τους θεούς
GT
GD
C
H
L
M
O
going
/ˈɡəʊ.ɪŋ/ = NOUN: μετάβαση, αναχώριση, γυρισμός;
ADJECTIVE: πηγαιμός;
USER: μετάβαση, πρόκειται, θα, πηγαίνει, συμβαίνει, συμβαίνει
GT
GD
C
H
L
M
O
gutless
/ˈgətləs/ = ADJECTIVE: ψόφιος;
USER: ψόφιος, δειλός, gutless, κότσια, δειλό"
GT
GD
C
H
L
M
O
have
/hæv/ = VERB: έχω, λαμβάνω, αναγκάζομαι, κατέχω, γαμώ;
USER: έχω, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε, έχετε
GT
GD
C
H
L
M
O
help
/help/ = NOUN: βοήθεια, αρωγή, βοηθός;
VERB: βοηθώ;
USER: βοήθεια, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, συμβάλει, συμβάλει
GT
GD
C
H
L
M
O
hypnotized
/ˈhɪp.nə.taɪz/ = VERB: υπνωτίζω;
USER: υπνωτισμένοι, υπνωτισμένη, υπνωτισμένος, hypnotized, υπνωτισμένο
GT
GD
C
H
L
M
O
i
/aɪ/ = PRONOUN: εγώ;
USER: εγώ, i, Ι, θ, μπορώ
GT
GD
C
H
L
M
O
in
/ɪn/ = PREPOSITION: σε, εν, εντός, εις, μέσα;
USER: σε, στην, στο, στη, στον, στον
GT
GD
C
H
L
M
O
infiltrate
/ˈinfilˌtrāt,inˈfil-/ = VERB: διηθώ, διηθούμαι, περνώ διά των πόρων, φιλτράρω, διεισδύω;
USER: διηθώ, διεισδύσει, διεισδύσουν, διεισδύουν, διήθηση
GT
GD
C
H
L
M
O
inside
/ɪnˈsaɪd/ = ADVERB: μέσα, εντός, απομέσα;
ADJECTIVE: εσωτερικός;
USER: μέσα, εντός, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε
GT
GD
C
H
L
M
O
jun
/CHən/ = USER: Ιούνιος, Ιούνιο, Ιούνη, Ιουν, Ιούνης"
GT
GD
C
H
L
M
O
just
/dʒʌst/ = ADVERB: μόλις, απλώς, μόνο και μόνο, κυριολεκτικά;
ADJECTIVE: δίκαιος, ακριβής, ορθός, πρέπων, δικαιολογημένος;
USER: μόλις, απλώς, μόνο και μόνο, μόνο, ακριβώς
GT
GD
C
H
L
M
O
killing
/ˈkɪl.ɪŋ/ = NOUN: φόνος;
ADJECTIVE: εξαντλητικός, διασκεδαστικός;
USER: θανάτωση, σκοτώνοντας, σκοτώνει, δολοφονία, θανάτωσης
GT
GD
C
H
L
M
O
lee
/liː/ = ADJECTIVE: υπήνεμος;
NOUN: υπήνεμο μέρος, καταφύγιο;
USER: lee, Λι, υπήνεμη, ο Lee, απάνεμο
GT
GD
C
H
L
M
O
losing
/luːz/ = VERB: χάνω;
USER: απώλεια, να χάσει, χάνοντας, χάσει, χάνει
GT
GD
C
H
L
M
O
m
= USER: m, μ, μ., τ.μ., μέτρα
GT
GD
C
H
L
M
O
machines
/məˈʃiːn/ = NOUN: μηχανή;
USER: μηχανές, μηχανήματα, μηχανημάτων, μηχανών, ρούχων
GT
GD
C
H
L
M
O
me
/miː/ = PRONOUN: μου, με, εμένα, εγώ;
USER: μου, εμένα, με, εγώ, μένα, μένα
GT
GD
C
H
L
M
O
mean
/miːn/ = ADJECTIVE: μέσος, ποταπός, πρόστυχος, αφιλότιμος, μέζερος, μικροπρεπής, ευτελής;
NOUN: μέσο, τρόπος;
VERB: εννοώ, σημαίνω, σκοπεύω;
USER: μέσος, εννοώ, μέσο, σημαίνει, σημαίνουν
GT
GD
C
H
L
M
O
men
/men/ = NOUN: άνδρες;
USER: άνδρες, ανδρών, τους άνδρες, άντρες, οι άνδρες
GT
GD
C
H
L
M
O
mercy
/ˈmɜː.si/ = NOUN: έλεος, ευσπλαχνία, οίκτος;
USER: έλεος, ελέους, το έλεος, έλεός, έλεος του
GT
GD
C
H
L
M
O
muse
/mjuːz/ = NOUN: μούσα, ρεμβασμός;
VERB: ρεμβάζω;
USER: μούσα, ονειροπολεί, ρεμβάσει, ρεμβάζετε
GT
GD
C
H
L
M
O
music
/ˈmjuː.zɪk/ = NOUN: μουσική;
USER: μουσική, μουσικής, τη μουσική, μουσικά, μουσικού
GT
GD
C
H
L
M
O
my
/maɪ/ = PRONOUN: můj;
USER: μου, My, μου xo.gr, μου Η, μου Η
GT
GD
C
H
L
M
O
new
/njuː/ = ADJECTIVE: νέος, καινούργιος, καινουργής, πρόσφατος, φρέσκος;
USER: νέος, νέα, νέο, νέων, νέες, νέες
GT
GD
C
H
L
M
O
now
/naʊ/ = ADVERB: τώρα, λοιπόν, όμως, τώρα λοιπόν;
USER: τώρα, επιχειρηση, την επιχειρηση, πλέον, με την επιχειρηση, με την επιχειρηση
GT
GD
C
H
L
M
O
official
/əˈfɪʃ.əl/ = NOUN: επίσημος ανώτερος υπάλληλος;
USER: Επίσημη, υπάλληλος, επίσημες, επίσημο, επίσημα
GT
GD
C
H
L
M
O
on
/ɒn/ = PREPOSITION: επί, κατά, προς, επάνω, εμπρός, εις;
ADVERB: κατά συνέχεια;
USER: επί, κατά, για, σε, σχετικά, σχετικά
GT
GD
C
H
L
M
O
or
/ɔːr/ = CONJUNCTION: ή;
USER: ή, και, ή να, είτε, ή την, ή την
GT
GD
C
H
L
M
O
package
/ˈpæk.ɪdʒ/ = NOUN: συσκευασία, πακέτο, δέμα, πακετάρισμα;
VERB: πακετάρω;
USER: πακέτο, συσκευασία, πακέτου, δέσμη, συσκευασίας
GT
GD
C
H
L
M
O
please
/pliːz/ = VERB: παρακαλώ, ευχαριστώ, αρέσω, αρέσκω, ευαρεστώ, τέρπω, ευχαριστούμαι;
USER: παρακαλώ, παρακαλούμε, παρακαλούμε να, παρακαλείστε, παρακαλείσθε
GT
GD
C
H
L
M
O
powers
/paʊər/ = NOUN: δύναμη, εξουσία, ισχύς, ενέργεια;
USER: εξουσίες, αρμοδιότητες, εξουσιών, αρμοδιοτήτων, δυνάμεις
GT
GD
C
H
L
M
O
published
/ˈpʌb.lɪʃ/ = VERB: δημοσιεύω, εκδίδω;
USER: δημοσιεύονται, δημοσιευθεί, δημοσιεύεται, δημοσιεύθηκε, δημοσίευσε, δημοσίευσε
GT
GD
C
H
L
M
O
puppeteer
= USER: Καραγκιοζοπαίχτης, κουκλοπαίκτη, κουκλοπαίκτρια, κουκλοπαίχτη, κουκλοπαίκτης,
GT
GD
C
H
L
M
O
re
/riː/ = PREPOSITION: σχετικά με, περί, επί του θέματός του;
NOUN: ρε;
USER: εκ νέου, ξανά, την εκ νέου, νέου, πάλι, πάλι
GT
GD
C
H
L
M
O
rescue
/ˈres.kjuː/ = NOUN: διάσωση, σωτηρία;
VERB: σώζω, διασώζω;
USER: διάσωση, τη διάσωση, διάσωσης, σώσει, διασώσει
GT
GD
C
H
L
M
O
run
/rʌn/ = NOUN: τρέξιμο, δρόμος;
VERB: τρέχω, ρέω;
USER: τρέχει, τρέχουν, τρέξει, εκτελέσετε, εκτελέστε, εκτελέστε
GT
GD
C
H
L
M
O
running
/ˈrʌn.ɪŋ/ = NOUN: τρέξιμο, τρέχων;
ADJECTIVE: τρεχάτος;
USER: τρέξιμο, λειτουργία, τρέχει, λειτουργίας, λειτουργεί
GT
GD
C
H
L
M
O
save
/seɪv/ = PREPOSITION: εκτός;
VERB: σώζω, αποταμιεύω, γλιτώνω, οικονομώ;
USER: εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, αποταμιεύσετε, εξοικονομήσει
GT
GD
C
H
L
M
O
seem
/sēm/ = VERB: φαίνομαι;
USER: φαίνεται, φαίνεται ότι, φαίνονται, φαίνεται να, να φαίνεται
GT
GD
C
H
L
M
O
shadows
/ˈʃæd.əʊ/ = NOUN: σκιά, ίσκιος;
VERB: επισκιάζω, ιχνηλατώ, σκιάζω, παρακολουθώ κρυφίως;
USER: σκιές, σκιών, τις σκιές, οι σκιές, σκιά
GT
GD
C
H
L
M
O
show
/ʃəʊ/ = NOUN: προβολή, επίδειξη, έκθεση, σόου, θέαμα, θέατρο;
VERB: δείχνω, εμφανίζω, φαίνομαι, δεικνύω;
USER: προβολή, δείχνουν, δείξει, εμφάνιση, δείτε
GT
GD
C
H
L
M
O
silent
/ˈsaɪ.lənt/ = ADJECTIVE: σιωπηλός, αμίλητος, εχέμυθος, άφωνος;
USER: σιωπηλός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί, σιωπηλοί
GT
GD
C
H
L
M
O
sing
/sɪŋ/ = VERB: τραγουδώ, ψάλλω, άδω;
NOUN: νόημα;
USER: τραγουδώ, τραγουδούν, τραγουδήσει, τραγουδήσουν, τραγουδήσω
GT
GD
C
H
L
M
O
someone
/ˈsʌm.wʌn/ = PRONOUN: κάποιος, κάποια;
USER: κάποιος, κάποιον, κάποιον φίλο, σε κάποιον φίλο, σε κάποιον
GT
GD
C
H
L
M
O
soul
/səʊl/ = NOUN: ψυχή;
USER: ψυχή, ψυχής, την ψυχή, η ψυχή, soul
GT
GD
C
H
L
M
O
tell
/tel/ = VERB: λέγω, διηγούμαι, ιστορώ, αριθμώ;
USER: πείτε, πει, πω, ενημερώστε, λένε
GT
GD
C
H
L
M
O
that
/ðæt/ = CONJUNCTION: ότι, ώστε, πως;
ADVERB: τόσο;
PRONOUN: εκείνος, όστις;
USER: ότι, πως, ώστε, που, ότι η, ότι η
GT
GD
C
H
L
M
O
the
/ðiː/ = ARTICLE: ο;
USER: ο, η, το, την, της
GT
GD
C
H
L
M
O
they
/ðeɪ/ = PRONOUN: αυτοί;
USER: αυτοί, που, ότι, να, θα, θα
GT
GD
C
H
L
M
O
to
/tuː/ = USER: to-, to, για, προς, μέχρι, εις;
USER: να, για, προς, μέχρι, σε, σε
GT
GD
C
H
L
M
O
tri
/traɪ-/ = USER: τρι, tri, τριών, τρις
GT
GD
C
H
L
M
O
tried
/traɪd/ = ADJECTIVE: δοκιμασμένος;
USER: προσπάθησα, προσπάθησε, δοκιμάσει, προσπάθησαν, προσπαθήσει
GT
GD
C
H
L
M
O
trying
/ˈtraɪ.ɪŋ/ = ADJECTIVE: δύσκολος, κουραστικός;
USER: προσπαθώντας, προσπαθεί, προσπάθεια, προσπαθούν, προσπαθούμε
GT
GD
C
H
L
M
O
tyranny
/ˈtɪr.ən.i/ = NOUN: τυραννία;
USER: τυραννία, τυραννίας, την τυραννία, τυραννίδα, της τυραννίας
GT
GD
C
H
L
M
O
under
/ˈʌn.dər/ = PREPOSITION: υπό, κάτω από, υποκάτω;
ADVERB: από κάτω;
USER: υπό, κάτω από, πλαίσιο, βάσει, στο πλαίσιο, στο πλαίσιο
GT
GD
C
H
L
M
O
ve
/-v/ = USER: ve, κο, πάει εκεί, νβ, νβ
GT
GD
C
H
L
M
O
video
/ˈvɪd.i.əʊ/ = NOUN: βίντεο, τηλεόραση;
ADJECTIVE: τηλεοπτικός;
USER: βίντεο, το βίντεο, εικόνας
GT
GD
C
H
L
M
O
vinyl
/ˈvaɪ.nəl/ = NOUN: βινύλι;
USER: βινύλιο, βινυλίου, βινυλο, βινυλ, βινυλεστέρα
GT
GD
C
H
L
M
O
watch
/wɒtʃ/ = NOUN: ρολόι, επιτήρηση, αγρυπνία, φρουρός, φρουρά, ωρολόγιο φρούρησης;
VERB: παρακολουθώ, προσέχω, φρουρώ, παρατηρώ καλώς, επιτηρώ, επαγρυπνώ;
USER: ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, δείτε
GT
GD
C
H
L
M
O
we
/wiː/ = PRONOUN: εμείς;
USER: εμείς, θα, που, έχουμε, μπορούμε, μπορούμε
GT
GD
C
H
L
M
O
why
/waɪ/ = ADVERB: γιατί;
USER: γιατί, Γιατί να, λόγο, οποίους, τους οποίους, τους οποίους
GT
GD
C
H
L
M
O
with
/wɪð/ = PREPOSITION: με, μαζί, μετά, συν;
USER: με, με το, με την, με τις, με τα, με τα
GT
GD
C
H
L
M
O
world
/wɜːld/ = NOUN: κόσμος, υφήλιος, σύμπαν;
USER: κόσμος, κόσμο, κόσμου, παγκοσμίως, παγκόσμια, παγκόσμια
GT
GD
C
H
L
M
O
yeah
/jeə/ = USER: ναι, yeah
101 words